Πέμπτη 28 Ιουλίου 2011

Το στρες κατά την εγκυμοσύνη επηρεάζει τη ψυχική υγεία του παιδιού

Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν Γερμανοί επιστήμονες ύστερα από μακροχρόνια έρευνα που έγινε σε 25 γυναίκες. Όπως υποστήριξαν, οι έγκυες που υποβάλλονται σε
συνθήκες έντονου στρες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχουν μεγάλες πιθανότητες να το μεταδώσουν στα έμβρυα, προκαλώντας τους μόνιμες επιπλοκές.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ψυχολογική διάθεση της μητέρας μπορεί να έχει άμεση επιρροή στη συμπεριφορά του παιδιού, καθιστώντας ζωτικής σημασίας τη περίοδο της εγκυμοσύνης. Ωστόσο, τόνισαν ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες οι οποίοι παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ψυχική υγεία του, όπως το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει.
Οι επιστήμονες, θέλοντας να παρακολουθήσουν την εξέλιξη των παιδιών που σήμερα είναι μεταξύ 10 και 19 ετών, εξέτασαν τόσο τα γονίδια των μητέρων όσο και των ίδιων. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως μερικά από τα παιδιά παρουσίασαν κάποια αλλαγή σε ένα συγκεκριμένο γονίδιο, τον υποδοχέα των γλυκοκορτικοειδών. Πρόκειται για το γονίδιο που βοηθά στη ρύθμιση της ορμονικής αντίδρασης του οργανισμού απέναντι στο στρες. Μία γενετική αλλοίωση που πραγματοποιείται όταν το μωρό αναπτύσσεται ακόμη στη μήτρα της μητέρας.
Οι μητέρες των συγκεκριμένων παιδιών που παρουσίασαν αυτή τη γενετική αλλαγή, ζούσαν υπό τη συνεχή απειλή οικογενειακής βίας είτε από το σύζυγο είτε από το σύντροφό τους. Συνθήκες που όπως φάνηκε από τα αποτελέσματα της έρευνας, επηρέασαν τη ψυχική υγεία των μωρού.
Όπως υποστήριξε ο Thomas Elbert, ένας από τους επικεφαλής της συγκεκριμένης έρευνας, «παρατηρείται ότι τα νεογνά τα οποία κατά τη διάρκεια της κύησης βρίσκονται μέσα σε ένα φορτισμένο περιβάλλον, επηρεάζονται και εξελίσσονται σε ευαίσθητους και ευάλωτους ανθρώπους».
Στο παρελθόν, μία αντίστοιχη έρευνα που είχε γίνει σε εγκύους είχε δείξει ότι τα νεογέννητα είχαν αυξημένες πιθανότητες να εκδηλώσουν σχιζοφρένεια. Συγκεκριμένα, το συμπέρασμα ήταν ότι τα παιδιά των γυναικών που βρισκόταν στο δεύτερο μήνα της κύησης κατά τη διάρκεια του αραβο - ισραηλινού πολέμου τον Ιούνιο του 1967 είχαν σημαντικά αυξημένα ποσοστά εκδήλωσης σχιζοφρένειας όταν ενηλικιώθηκαν.
Το 1979, ένας Αυστριακός μαιευτήρας, ο Ε. Reinold, μελέτησε σε μία έρευνα την αντίδραση του εμβρύου στις μητρικές συγκινήσεις. Ζητήθηκε από ένα μεγάλο αριθμό εγκύων να χαλαρώσουν σε ένα κρεβάτι, ενώ ένα μηχάνημα υπέρηχων κατέγραφε τις εμβρυϊκές κινήσεις. Όταν η μητέρα και το έμβρυο ήταν απόλυτα χαλαροί, ο γιατρός έλεγε στις γυναίκες ότι δεν εντόπιζε καμία κίνηση του μωρού. Σαν αποτέλεσμα το έμβρυο άρχιζε αμέσως να κινείται. Η εξήγηση όπως υποστήριξε ο Reinold ήταν απλή. Στα λόγια του γιατρού οι μητέρες ανησυχούσαν και η αδρεναλίνη που έμπαινε στο αίμα τους περνούσε και στην κυκλοφορία του εμβρύου, ωθώντας το σε κατάσταση ταραχής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου